Ευχές σε Δημήτρηδες και Δημητρούλες (26 Οκτ 2012)

.



Δημήτρης και Δημητρούλα,
Δυο ονόματα που έχουν μεγάλη διάδοση στον πληθυσμό των ανθρώπων του Ελληνισμού και όχι μόνο.
Στις χρονιές των δεκαετιών του ’60 και του ’70 στην Αθήνα οι πάστες πήγαιναν και ερχόντουσαν κατά τις επισκέψεις χωρίς τηλεφωνική προειδοποίηση στα σπίτια των εορταζόμενων, κάνοντας ένα αγώνα οι επισκέπτες να περάσουν από όσο το δυνατόν περισσότερες εορταστικές «υποχρεώσεις», λέγοντας το γνωστό «εμείς τώρα να πηγαίνουμε…»

Σήμερα οι μεγαλύτεροι θα προτιμήσουν το τηλεφώνημα, ενώ εξίσου διαδεδομένες είναι και οι ηλεκτρονικές ευχές. Βέβαια χρόνο με το χρόνο αρχίζουν να κερδίζουν σε σημαντικότητα τις ονομαστικές γιορτές τα ατομικά μας γενέθλια.
Υπάρχουν πολλές λογικές αιτιάσεις που θα ακούσουμε να αναφέρονται για τη σημαντικότητα των γενεθλίων έναντι της ονοματοδοσίας, που φέρει συνήθως μια θρησκευτικότητα για την οποία δεν έχει ρωτηθεί κατά την βάπτιση του ο κάθε άνθρωπος.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Τι θα μπορούσε άλλο να σημαίνει πως καταργούμε γιορτές που έχουν στην βάση τους μια μαζική χαρά και τις αντικαθιστούμε από την εορταστική ατομικότητα;
Εδώ θα μπορούσαν να απαντήσουν οι κοινωνιολόγοι μαζί με όσους ξέρουν να πλησιάζουν την δομή της σκέψης μέσω αντιλήψεων που παράγουν συνήθειες, άρα έθος και κατά συνέπεια ήθος στον κοινωνικό ιστό των ανθρώπων… δηλαδή στον πολιτισμό τους.

Όμως θα μείνω στους Δημήτρηδες και τις Δημητρούλες που έχουν σήμερα την ονομαστική τους εορτή και θα σκεφτώ λίγα πράγματα για αυτούς που λίγο ή περισσότερο αφορούν όλους μας.

Σατωβριάνδου τότε και τώρα (15 Οκτ 2012)

.




Πίσω από το Εθνικό Θέατρο στην οδό Αγ. Κωνσταντίνου, βρίσκεται ως παράλληλη η οδός Σατωβριάνδου. Αυτό το δρόμο επέλεξε η Μαίη Σεβαστοπούλου να τον κάνει φορέα της ιστορίας και να κοινωνήσει το θεατρικό παρελθόν στο δικό μας σήμερα.
Διάλεξε με τον δικό της τρόπο να μεταφέρει τις αγωνίες και τα συναισθήματα των ηθοποιών του 1955 στο παρόν και να δούμε πως η βάση της καρδιάς μας είναι ίδια βάζοντας σε αμφιβολία την παραδοχή ότι …οι εποχές έχουν αλλάξει.

Η ιστορία της συγγραφέως, σκηνοθέτιδας και υπέροχης ερμηνεύτριας στο σανίδι Μαίης Σεβαστοπούλου, θέλει μια μητέρα με την κόρη της και τον ερωτιδέα σύντροφο της να βρίσκονται από μια διασάλευση της μηχανής του χρόνου από το έτος 1955 στο σήμερα, ψάχνοντας ένα φίλο τους στο καφενείο ηθοποιών το Στέμμα, για να κανονίσουν τη μεταφορά τους με φορτηγό ως μπουλούκι στην επαρχία. Αντί λοιπόν του καφενείου της εποχής, βρίσκονται στων «Αγγέλων Βήμα» όπου γίνεται μια πρόβα τραγουδιών κατά την προετοιμασία παράστασης.
Τα ευτράπελα, οι παρεξηγήσεις λόγω των αλλαγών στα ήθη την ομιλία και στα πρόσωπα που έχουν υπάρξει στο κενό των 57 χρόνων ιστορίας, κάνουν τον θεατή να γελά με την καρδιά του.

Μια παράσταση γεμάτη τραγούδι, ένταση ζωής και αγωνία να υπάρξει ο κάθε ένας χαρακτήρας του έργου στη ζωή είναι τα στοιχεία που κρατούν τον θεατή συμμέτοχο σε αυτή την απρόσμενη ζεύξη του χθες με το σήμερα.

Το έργο στέκεται σε ένα πάντρεμα πρόζας και τραγουδιών μέσα από την ερωτική διάθεση που αναπτύσσεται μεταξύ της κόρης του χθες και του σημερινού καλλιτέχνη. Πίσω όμως από το προφανές του μύθου, η συγγραφέας κάνει μια τομή στα ήθη που αναπολούμε από το παρελθόν και την καθαρότητα που ψάχνουμε σήμερα οι άνθρωποι στις σχέσεις του πολιτισμού μας.

Είναι συγκινητικό ως διαπίστωση κατά την σκηνοθετική ματιά ότι δεν μπορεί να ζήσει το παρελθόν στο σήμερα γιατί (ίσως;) δεν υπάρχει, μα το ερώτημα τίθεται στο αν υπάρχουμε και εμείς …ή αν απλά καταναλώνουμε το παρόν μας σε έρωτες, δουλειές και γρήγορες επιθυμίες μας.

Οι ηθοποιοί κατόρθωσαν να δώσουν το μίγμα της θλίψης και του γέλιου σε τέτοια δόση ώστε να κρατά τον θεατή σκεπτόμενο τα στοιχεία της ζωής του μέσα από τις ερμηνείες.

Όλοι οι συντελεστές μαζί με την ζωντανή μουσική του πιάνου αξίζουν συγχαρητήρια.

Θα μου επιτραπεί όμως μια εξαίρεση που αφορά την Μαίη Σεβαστοπούλου η οποία κατά την ερμηνεία του ρόλου της λειτούργησε ένα «σεμινάριο» για τον ορισμό της «Θεατρίνας» που προτείνω να το παρακολουθήσουν οι νέοι ηθοποιοί για να ψυχανεμιστούν «τι» είναι αυτό το άρρητο που ενώνει υποκριτή και θεατή στο ταξίδι της ψυχής τους σε μια παράσταση.

Παίζουν οι :
Μόνικα Κολοκοτρώνη, Κατερίνα Κυβετού, Μαίη Σεβαστοπούλου, Νεκτάριος Φαρμάκης, Κωνσταντίνος Χατζούδης
Στο πιάνο τους συνοδεύει ο Αλέξανδρος Μακρής
Κάθε Κυριακή μέχρι το τέλος του έτους στις 21.45 στων Αγγέλων Βήμα.

Υακίνθη του Δημήτρη Λάγιου (12 Οκτ 2012)

. 
Γράφοντας το όνομα Δημήτρης Λάγιος άφησα ένα αμφιθυμικό χαμόγελο από τα χείλη μου να φανεί, σαν σκέφτηκα τι σχέση μπορεί να έχει αυτός ο άνδρας με τον τελευταίο της οικογενειακής δυναστείας Γεώργιο Παπανδρέου και τον Ρώσο ηγέτη Βλαντιμίρ Πούτιν. Η απάντηση είναι εύκολη μια και οι τρεις τους γεννήθηκαν την χρονιά του 1952. Οι διαφορές τους πολλές, και η σημαντικότερη είναι ότι μέχρι σήμερα συνεχίζουν να ζουν οι δυο πολιτικοί, ενώ του ευαίσθητου μουσικοσυνθέτη σκορπίστηκε σιωπηλά η τέφρα του σώματος του το έτος 1991 μεταξύ Ζακύνθου και Κύπρου.

Πόσες φορές δεν έχουμε τραγουδήσει μελοποιημένη ποίηση του Λάγιου, αλλά λησμονούμε τον Δημιουργό εστιαζόμενοι στις σκέψεις της στιγμής φτάνοντας οι αναζητήσεις μας μέχρι την αναγνώριση του ερμηνευτή. Όλοι έχουν ακούσει το τραγούδι που ερμηνεύει ο Νταλάρας «Όμορφη και παράξενη πατρίδα», αλλά την εσωτερική ανάγκη του ποιητή Ελύτη ή την ευαίσθητη μελοποίηση του Λάγιου δεν φτάνουμε εύκολα να την αφουγκραστούμε… Έτσι είναι όμως και τα πράγματα δεν αλλάζουν σαν δεν παιδέψουμε τη γνώση και τις αισθήσεις μας ενάντια στην αμνησία που θεριεύει μέσα από την κατανάλωση του παρόντος που ζούμε.

Όμως το ερέθισμα για αυτό το γράψιμο, ήταν η σχέση του συνθέτη με το γέννημα του έρωτα του. Η όμορφη κόρη του πήρε το όνομα Υακίνθη και έγινε η μούσα του αποδεικνύοντας εμπράκτως ότι η σχέση του πατέρα είναι το ίδιο ιερή με αυτή της μητέρας.
Δεν θέλω να γράψω πολλά μια που δεν έχουν νόημα τα λόγια στη ζωή μας, αλλά οι επιλογές βιώματος των αισθήσεων μας.

Θα αφήσω στο τέλος της γραφής μερικά διαδικτυακά ίχνη της μνήμης αυτού του σπουδαίου και σεμνού συνθέτη, αλλά η ουσία βρίσκεται στο άκουσμα του τραγουδιού που κρύβει μέσα του μια τεράστια ευαισθησία ενός γονιού που μεγαλώνει μαθαίνοντας μέσα από το παιδί του.
Πόσες φορές μπήκαμε στην σχέση του γονιού «γυμνοί» χωρίς τα «ξέρω» και τα «θέλω» του μυαλού μας;

Ας πούμε ότι είναι χαρισμένη αυτή η ανάρτηση στους πατεράδες και τις μαμάδες που έχουν την ευλογία να φιλοξενούν ως γονείς δίπλα στη ζωή τους ένα παιδί, που συνήθως βάζουν -ως κτήση- ένα αρρωστημένο «μου» δίπλα του , χάνοντας έτσι γνώση και βιώματα ανείπωτα…




Ηλεκτρονικά συνημμένα :

Αφιέρωμα της ΕΡΤ στο Δημήτρη Λάγιο

Πως θα γίνεις ευτυχισμένος; (7 Οκτ 2012)

.




Με ρώτησε μια φίλη αν σκέφτομαι και δημιουργώ όταν «είμαι» ή σαν «δεν είμαι» τακτοποιημένος στη σκέψη μου άρα και ικανοποιημένος από τη ζωή μου.

Απάντησα με μια εκφραστική μαλακία που μου επέτρεπε την διαφυγή της ουσιαστικής απάντησης, γιατί έτσι και αλλιώς θέλει το χρόνο της κάθε σκέψη για να κατασταλάξει μέσα μας ώστε να έχουμε σαφή και ουσιαστική απάντηση.

Όταν μας ρωτούν βάζοντας κάποιοι διλήμματα, εύκολα απαντούμε χωρίς ατομική βάσανο και αν οι απαντήσεις μας φτιάχνουν την εικόνα μας στα μάτια των άλλων,επιλέγουμε αυτές τις απαντητικές εκδοχές ως ταυτότητα της σκέψης μας που την ονομάζουμε συνέπεια.
Οι άνθρωποι έχω διαπιστώσει ότι αποφεύγουμε την διερεύνηση των αφηρημένων εννοιών στη σκέψη μας και τις «καταπίνουμε» ως δεδομένες με την πρώτη ερμηνεία, φτιάχνοντας με αυτό τον τρόπο τις ατομικές μας απόψεις άρα και… θεωρίες. Το ίδιο αρέσκομαι κατά περιπτώσεις να κάνω και εγώ, όμως κάποιες φορές θεωρώ ότι μπορεί να μην είναι και έτσι... και τότε αρχίζουν τα δύσκολα. 

Τι σημαίνει λοιπόν ότι είμαι τακτοποιημένος με την σκέψη μου και συνεπώς ικανοποιημένος με τη ζωή μου;